Παρακάτω θα βρείτε τις βιογραφίες των σπουδαιότερων αρχαίων Ελλήνων ολυμπιονικών, που οι επιδόσεις τους έμειναν ανεξίτηλες στην ιστορία και μνημονεύονται ακόμη και στη σύγχρονη εποχή, ως παραδείγματα θάρρους, δύναμης, προσπάθειας, επιμονής και υπομονής...
Θεαγένης ο Θάσιος
Ο Θεαγένης ο Θάσιος αποτελεί έναν από τους διασημότερους αθλητές της αρχαιότητας, που διακρίθηκε κυρίως στο Παγκράτιο. Έζησε κατά το πρώτο μισό του 5ου π.Χ. αιώνα, καταγόταν από τη Θάσο και ήταν γιος του Τιμοσθένη που ήταν ιερέας στον ναό του Ηρακλή.
Παιδικά χρόνια
Όταν ήταν εννέα χρονών ο Θεαγένης γυρίζοντας από το σχολείο είδε στην αγορά ένα μπρούτζινο άγαλμα θεού και του άρεσε τόσο πολύ που το άρπαξε από τη βάση του και κουβαλώντας το στους ώμους το πήγε στο σπίτι του. Καθώς αποκαλύφθηκε η πράξη του αυτή, που θεωρείτο ιεροσυλία, κάποιοι παρά το νεαρό της ηλικίας του ζήτησαν για αυτόν την ποινή του θανάτου. Για καλή του τύχη πρυτάνευσε η λογική ενός γέροντα, που δήλωσε πως αρκούσε ως τιμωρία να κουβαλήσει το άγαλμα πάλι πίσω στη θέση του. Το συμβάν αυτό έκανε το όνομα του Θεαγένη για πρώτη φορά ευρύτερα γνωστό.
Αθλητική διάκριση
Ο Θεαγένης έλαβε μέρος για πρώτη φορά σε Ολυμπιακούς αγώνες το 480 π.Χ. στο άθλημα της πυγμής (πυγμαχίας), στεφόμενος μάλιστα Ολυμπιονίκης. Τέσσερα χρόνια αργότερα αγωνίστηκε στην Ολυμπιάδα του 476 π.Χ. στο Παγκράτιο, επικρατώντας και πάλι. Καταγράφονται εκτός από τις Ολυμπιακές του νίκες, σύμφωνα με τον Παυσανία τουλάχιστον 3 νίκες στα Πύθια, 9 στα Νέμεα και 10 στα Ίσθμια, άλλες στην πυγμή και άλλες στο παγκράτιο. Σε κάποιους αγώνες προς τιμήν του Αχιλλέα αγωνίστηκε στον δόλιχο δρόμο (δρόμος αντοχής, μήκους 2 σταδίων: ~3600 μ.) και επίσης νίκησε. Ο συνολικός αριθμός των νικών του σε αγώνες φθάνει σύμφωνα με διάφορες πηγές μεταξύ 1200 και 1400!!! Αναρτήθηκε άγαλμα του Θεαγένη στην ιερή Άλτιδα της Ολυμπίας.
Μετά θάνατον
Ο Θεαγένης δοξασμένος από τις πολλές επιτυχίες έγινε αντικείμενο λατρείας στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Μετά το θάνατό του οι Θάσιοι έστησαν στο νησί ανδριάντα προς τιμήν του. Σύμφωνα με τον Παυσανία, κάποιος που εν ζωή δεν είχε ποτέ καταφέρει να νικήσει τον Θεαγένη, πήγαινε κάθε νύχτα και χτυπούσε και μαστίγωνε τον ανδριάντα του. Μια βραδιά το άγαλμα φεύγοντας από τη βάση του έπεσε και σκότωσε τον άνθρωπο αυτόν. Την επόμενη μέρα τα παιδιά του κατηγόρησαν το άγαλμα για το φόνο του πατέρα τους και ζήτησαν να εφαρμοστεί ο νόμος, που προέβλεπε ισόβια εξορία από το νησί. Έτσι αποφασίστηκε να απομακρυνθεί ο ανδριάντας, που πετάχθηκε στη θάλασσα. Σύντομα μετά την πράξη αυτή η Θάσος πλήγηκε από μεγάλη ξηρασία. Ακολουθώντας έναν δελφικό χρησμό οι Θάσιοι επανέφεραν όλους τους εξόριστους στο νησί, αλλά μάταια. Μια δεύτερη επίσκεψη στην Πυθία έδωσε τον ίδιο χρησμό, επισημαίνοντάς τους όμως πως δεν τον είχαν ακολουθήσει την πρώτη φορά, αφού δεν είχαν επαναφέρει το «εξόριστο» άγαλμα του Θεαγένη. Καθώς απορούσαν πώς θα βρουν το άγαλμα στο βυθό, ένα ψαροκάικο αλίευσε τον ανδριάντα. Μόλις αποκαταστάθηκε αυτός ξανά στο βάθρο του, έπαυσε η ξηρασία. Πολλοί Θάσιοι θεώρησαν πως ο Θεαγένης ήταν Θεός-θεραπευτής, άρχισαν να τον λατρεύουν και να του προσφέρουν θυσίες.
Σύγχρονη εποχή
Οι σύγχρονοι κάτοικοι του νησιού τίμησαν τη μνήμη του ολυμπιονίκη συμπατριώτη τους, τοποθετώντας το μαρμάρινο άγαλμα του Θεαγένη στην αρχή της κεντρικής παραλίας του Λιμανιού της Θάσου. Επίσης, ο ποδοσφαιρικός όμιλος του Λιμένα, που ιδρύθηκε το 1969, φέρει το όνομά του, «Α.Ο. Θεαγένης Θάσου» και στο σύμβολό του απεικονίζει την κεφαλή του Θεαγένη.
Λεωνίδας ο Ρόδιος
Ο Λεωνίδας έγινε διάσημος και τελικά θεοποιήθηκε για τις νίκες του σε τρία αγωνίσματα του δρόμου: το στάδιο, το δίαυλο και τον οπλίτη δρόμο. Οι ιστορικές μαρτυρίες τον χαρακτηρίζουν ως τον αθλητή με το δαιμόνιον τάχος (τη δαιμονισμένη ταχύτητα). Ο Ρόδιος δρομέας κατάφερε να νικήσει και στα τρία αγωνίσματα σε τέσσερις διαδοχικές Ολυμπιάδες, ένα επίτευγμα που δεν επαναλήφθηκε από άλλον αθλητή. Θεωρείται δε ιδιαίτερα εντυπωσιακό, γιατί και τα τρία αγωνίσματα ήταν δρόμοι ταχύτητας ή/και ημι-αντοχής, και όπως είναι γνωστό είναι πιο δύσκολο να διατηρήσει ένας δρομέας την αντοχή και την ταχύτητά του για ένα τέτοιο χρονικό διάστημα -τέσσερις Ολυμπιάδες- από ό,τι ένας πυγμάχος ή ένας παλαιστής τη δύναμή του.
Γι’ αυτό, εξάλλου, τα κατορθώματα του Λεωνίδα υπήρξαν γνωστότερα από εκείνα άλλων αθλητών που νίκησαν σε συνεχόμενες Ολυμπιάδες στα βαρέα αθλήματα. Ο Λεωνίδας κέρδισε τις πρώτες του ολυμπιακές νίκες το 164 π.Χ. (154η Ολυμπιάδα) και στα τρία αγωνίσματα του δρόμου και ακολούθησαν εκείνες του 160 π.Χ., του 156 π.Χ. και τέλος του 152 π.Χ., όταν σε ηλικία 36 ετών χάρισε στο νησί του ακόμη τρία στεφάνια και αποθεώθηκε από τους συμπατριώτες του.
Μίλων ο Κροτωνιάτης
Ο Μίλων ο Κροτωνιάτης (6ος π.Χ. αιώνας), γιος του Διοτίμου, ήταν παλαιστής από την Μεγάλη Ελλάδα και είχε στεφανωθεί σε έξι Ολυμπιάδες, ένα επίτευγμα ανεπανάληπτο από την αρχαιότητα μέχρι ακόμα και τις μέρες μας (πέντε φορές στην κατηγορία των ανδρών και μία στην κατηγορία παίδων). Δεν κατάφερε να γίνει και έβδομη φορά Ολυμπιονίκης λόγω ενός συμπατριώτη και νεότερου παλαιστή (και παγκρατιστή), ο οποίος ήταν πρωτοπόρος στην τεχνική του ακροχειρίζειν, του Τιμασίθεου. Ο Μίλων ήταν επίσης επτά φορές νικητής στα Πύθια στους Δελφούς (μία ως παις), δέκα στα Ίσθμια, καθώς και εννέα στα Νέμεα. Ήταν συνολικά πέντε φορές Περιοδονίκης. Είχε δηλαδή πάνω από τριάντα νίκες σε στεφανίτες (πανελλήνιους) αγώνες μέσα σε τουλάχιστον 24 χρόνια.
Ο Μίλων λέγεται ότι υπήρξε σύντροφος του Πυθαγόρα και κάποτε μάλιστα του έσωσε την ζωή όταν συγκράτησε μια οροφή που ήταν έτοιμη να πέσει πάνω του. Πιθανόν είχε νυμφευθεί την κόρη του φιλοσόφου, Μυία. Γύρω από το όνομα του Μίλωνα, αυτού του αληθινού θρύλου, είχαν δημιουργηθεί διάφορες ιστορίες για την ρώμη και την μυική του δύναμη. Φέρεται για παράδειγμα ότι είχε σηκώσει στους ώμους του έναν ταύρο τεσσάρων ετών. Στην πραγματικότητα ο Μίλων είχε ανακαλύψει την προπόνηση με προοδευτική επιβάρυνση μέσω της σταδιακής αύξησης της αντίστασης όταν κατά την διάρκεια της προετοιμασίας του για τους αγώνες άρχισε να σηκώνει ένα μοσχαράκι και να βαδίζει κάποια απόσταση. Με τον καιρό το μοσχάρι μεγάλωνε και έτσι ο Μίλων αποκτούσε όλο και μεγαλύτερη δύναμη. Ο Παυσανίας γράφει πως ο Μίλων μπορούσε να σταθεί πάνω σε έναν δίσκο που έχει αλειφθεί με λάδι χωρίς κανένας να μπορεί να τον μετατοπίσει. Επίσης μπορούσε να κρατήσει στο χέρι του ένα ρόδι χωρίς κανείς να μπορεί να του το πάρει από το χέρι -εκτός της γυναίκας του- και χωρίς αυτό να σπάσει. Αυτή η τελευταία εκδοχή ίσως είναι παρερμηνεία αγάλματος στο οποίο πιθανόν εμφανίζεται ο Μίλων να δίνει στην Ήρα το φρούτο. Άλλα ανδραγαθήματα που λέγεται πως έκανε ήταν ότι μετέφερε ο ίδιος το άγαλμά του στην Άλτη και ότι μπορούσε να δέσει, όπως ένα στεφάνι, ένα κορδόνι στο κεφάλι του και να το σπάσει με τη δύναμη των φλεβών του κρατώντας την αναπνοή του.
Ο Μίλων πέθανε όταν κατά την διάρκεια μιας βόλτας του στο δάσος είδε έναν κορμό δέντρου που είχαν αφήσει οι ξυλουργοί με σφήνες και, μη μπορώντας να αντισταθεί στην πρόκληση του να δοκιμάσει την δύναμή του τελειώνοντας την δουλειά που άφησαν στην μέση, προσπάθησε να τον σχίσει με τα γυμνά του χέρια. Κατά την όμως προσπάθειά του οι σφήνες γλίστρησαν έξω και τα χέρια του πιάστηκαν στον κορμό κι έτσι όταν νύχτωσε τον κατασπάραξαν οι λύκοι.
Διαγόρας ο Ρόδιος
Ο Διαγόρας ο Ρόδιος ήταν Ολυμπιονίκης και γενάρχης Ολυμπιονικών. Θεωρείται ο κορυφαίος πυγμάχος της αρχαιότητας. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Ιαλυσού (αρχαίας ροδιακής πόλης). Πρόγονός του ήταν επίσης και ο Μεσσήνιος ήρωας Αριστομένης. Νίκησε στο αγώνισμα της πυγμαχίας στην 79η Ολυμπιάδα το 464 π.Χ. Την νίκη του εξυμνεί ο Πίνδαρος στον Ζ’ Ολυμπιόνικο. Ο Διαγόρας ήταν επίσης περιοδιονίκης (νικητής και των τεσσάρων πανελλήνιων αγώνων).
Σε προχωρημένη ηλικία το 448 π.Χ. ήταν παρών στην Ολυμπία όταν οι γιοί του Δαμάγητος και Ακουσίλαος στέφθηκαν Ολυμπιονίκες. Λέγεται ότι αμέσως μετά την ανακήρυξή τους σε Ολυμπιονίκες, οι γιοί του ανέβασαν τον πατέρα τους στους ώμους τους και τον περιέφεραν θριαμβευτικά στο στάδιο. Τότε ένας από τους θεατές αναφώνησε Κάτθανε Διαγόρα, ουκ εις Όλυμπον αναβήση (Ώρα να πεθάνεις πια Διαγόρα, μην περιμένεις να ανέβεις και στον Όλυμπο) και ο Διαγόρας εν μέσω των επευφημιών και πλήρης ευδαιμονίας άφησε την τελευταία του πνοή.
Ολυμπιονίκης στέφθηκε και ο τρίτος γιος του Δωριέας καθώς και τα εγγόνια του Ευκλής και Πεισίδωρος, γιοι των θυγατέρων του Καλιπάτειρας και Φερενίκης.
Αστύλος ο Κροτωνιάτης
Ο Αστύλος ο Κροτωνιάτης ήταν αρχαίος Έλληνας πολύ-Ολυμπιονίκης σύμφωνα με τον Παυσανία και περιοδονίκης δρομέας. Ο Αστύλος συμμετείχε, πιθανόν για να τιμήσει τον τύραννο Ιέρωνα , στα 75α Ολύμπια (480 π.Χ.) ως πολίτης από τις Συρακούσες, κάτι το οποίο οι Κροτωνιάτες δεν του συγχώρεσαν ποτέ εξορίζοντάς τον από την πολη, καταστρέφοντας τον ανδριάντα του, έργο του Πυθαγόρα, καθηλώνοντας την εικόνα του από τον ναό της Λακινίας Ήρας, και μετατρέποντας το σπίτι του σε φυλακή (η πατρική οικεία θεωρούνταν ιερή στην αρχαιότητα). Επίσης η οικογένειά του τον αποκλήρωσε.
Τα αθλητικά κατορθώματα του Άστυλου συγκρίνονται με τον πολύ προγενέστερο από αυτόν, Χίονη της Σπάρτης, ο οποίος είχε κερδίσει κι αυτός σε τρεις συνεχόμενες ολυμπιάδες (664, 660 & 656 π.Χ.) στα αγωνίσματα Στάδιον και του Δίαυλος. Μάλιστα ο Αστύλος σύμφωνα με κάποιους υπερτερεί διότι νίκησε μία φορά και στον Οπλίτη δρόμο, όμως η σύγκριση είναι άνευ σημασίας εφόσον την περίοδο που έζησε ο Χίονης κατά πάσα πιθανότητα δεν διεξαγόταν αυτό το αγώνισμα στην Ολυμπία.
Ολυμπιακές Νίκες:
488 π.Χ. Στάδιον, Κρότων (νότια Ιταλία)
488 π.Χ. Δίαυλος, Κρότων (νότια Ιταλία)
484 π.Χ. Στάδιον, Κρότων (νότια Ιταλία)
484 π.Χ. Δίαυλος, Κρότων (νότια Ιταλία)
480 π.Χ. Στάδιον, Συρακούσες (Σικελία)
480 π.Χ. Οπλίτης δρόμος, Συρακούσες (Σικελία)
480 π.Χ. Δίαυλος, Συρακούσες (Σικελία)
Ηρόδωρος ο Μεγαρεύς
Περίφημος αρχαίος σαλπιγκτής, που νίκησε επανειλημμένα στην Ολυμπία (μεταξύ του 328 και του 292 π.Χ.) συνολικά 17 φορές σε μεγάλους αγώνες! Είχε ύψος 3 και 1/2 πήχεις, δηλαδή περίπου 2,10 μ. (!), ισχυρότατες πλευρές, ασύγκριτη σωματική ρώμη και ήταν διάσημος για την πολυφαγία του. Σάλπιζε με 2 σάλπιγγες και αναφέρεται ότι, όταν ο Δημήτριος ο Πολιορκητής πολιορκούσε το Άργος (περίπου το 328 π.Χ.) και οι στρατιώτες του δεν μπορούσαν να μεταφέρουν τις πολιορκητικές μηχανές κοντά στα τείχη (λόγω του βάρους και των ανωμαλιών του εδάφους), ο Ηρόδωρος, σαλπίζοντας με 2 σάλπιγγες ταυτοχρόνως, τους εμψύχωσε σε τέτοιο βαθμό, ώστε να αντιμετωπίσουν τις δυσκολίες και να νικήσουν.
Μάλιστα ο Αθήναιος παραπέμπει στο συγγραφέα Αμάραντο από την Αλεξάνδρεια για να δώσει την περιγραφή του διασημότερου σαλπιγκτή της Αρχαιότητας. Λέγεται δε ότι ο Ηρόδωρος ήταν ογκώδης με ασύγκριτη σωματική ρώμη και κατανάλωνε 7 κιλά περίπου ψωμί, άλλα τόσα κρέας και 6 λίτρα κρασί, ενώ κοιμόταν σε δορά λιονταριού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου